μακρολεπιδόπτερα

μακρολεπιδόπτερα
(macrolepidoptera). Μη ταξινομική διαίρεση των λεπιδοπτέρων, η οποία περιλαμβάνει περίπου έξι υπεροικογένειες της υπόταξης Ditrysia. Πρόκειται για έντομα με οριζόντια ή επικλινή φτερά και κυματοειδείς ή σε οριζόντια διάταξη προς το κεφάλι κεραίες. Το σώμα τους είναι σκεπασμένο με πυκνές ή αραιές τρίχες και η κοιλιά τους είναι λεπτή ή ογκώδης.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • λεπιδόπτερα — (lepidoptera). Μεγάλη τάξη oλομετάβολων εντόμων, δηλαδή εντόμων με πλήρη μεταμόρφωση, τα οποία φέρουν την κοινή ονομασία ψυχές ή πεταλούδες όταν βρίσκονται στο στάδιο του ώριμου ή ακμαίου ατόμου. Το στάδιο της προνύμφης ονομάζεται κάμπη και το… …   Dictionary of Greek

  • μακρ(ο)- — (AM μακρ[ο] ) α συνθετικό λέξεων που ανάγεται στο επίθ. μακρός, ά, όν ή στο επίρρ. μακρῶς και σημαίνει ότι το δηλούμενο από το β συνθετικό χαρακτηρίζεται από: 1) μεγάλο μήκος, μέγεθος ή ποσότητα (πρβλ. μακραύχην, μακρόθυμος, μακρολαίμης,… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”